Βοναπάρτη, Μαρία

Βοναπάρτη, Μαρία
(Maria Bonaparte, 1882 – 1962). Πριγκίπισσα της Ελλάδας. Υπήρξε σύζυγος του πρίγκιπα Γεωργίου της Ελλάδας και κόρη του πρίγκιπα Ρολάνδου Βοναπάρτη· η ίδια, αν και μέλος βασιλικής οικογένειας, έγινε πιο γνωστή ως ψυχαναλύτρια και συγγραφέας. Υπήρξε μαθήτρια του Φρόιντ και συνεχίστρια του έργου του. Ιδρυτικό μέλος της Γαλλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης, αλλά και της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Ομάδας (μαζί με τον Ανδρέα Εμπειρίκο κ.ά.), συνέβαλε στη διάδοση των ιδεών του Φρόιντ, τον οποίο μάλιστα βοήθησε προσωπικά στη διάρκεια των ναζιστικών διωγμών, ενώ παρουσίασε και σημαντικό πρωτότυπο ερευνητικό έργο. Στον κύκλο των εργασιών της ξεχωριστή θέση κατέχει η μελέτη της ζωής και του έργου του Έντγκαρ Άλαν Πόε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Μαρία Βοναπάρτη — (1882 – 1962). Πριγκίπισσα της Ελλάδας, σύζυγος του πρίγκιπα Γεωργίου. Βλ. λ. Βοναπάρτη, Μαρία …   Dictionary of Greek

  • Μαρία Λουίζα — (Marie Luise, Βιέννη 1791 – Πάρμα 1847). Αυτοκράτειρα της Γαλλίας (1810) και κατόπιν δούκισσα της Πάρμα, της Πλακεντίας και της Γκουαστάλα. Ήταν κόρη του Φραγκίσκου A’ και της Μαρίας Θηρεσίας των Βουρβόνων, ενώ ανατράφηκε μέσα στην αντιγαλλική… …   Dictionary of Greek

  • Βοναπάρτης — (Bonaparte). Εξελληνισμένο όνομα της οικογένειας Μποναπάρ, ιταλικής καταγωγής, πιθανώς από τη Λομβαρδία, που ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία και από τον 16o αι. στο Αιάκειο της Κορσικής. Έγινε διάσημη από τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α’ …   Dictionary of Greek

  • Γεώργιος — I (275 – 305 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, γνωστός ως Τροπαιοφόρος και Θαυματουργός. Πληροφορίες για τη ζωή του περιέχουν τα Συναξάρια. Γεννήθηκε από εύπορους χριστιανούς γονείς και διέθετε πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα.… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • πέτρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. και της Δυτ. Oρθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ένας από τους δώδεκα Απόστολους, τιμώμενος ως μια από τις μεγαλύτερες μορφές του χριστιανισμού. Το αρχικό όνομά του, που αλλάχτηκε από τον Ιησού σε Κηφά (πέτρα), ήταν Σίμων· γιος του… …   Dictionary of Greek

  • Ναπολέων Α’, ο Μέγας — (Napoleon I Bonaparte, Αιάκιο, Κορσική 1769 – Αγία Ελένη 1821). Αυτοκράτορας των Γάλλων, δευτερότοκος γιος του Καρόλου Βοναπάρτη και της Λετίτσια Ραμορίνο. Αφού φοίτησε στις στρατιωτικές σχολές του Μπριέν, του Παρισιού και της Βαλάνς (όπου… …   Dictionary of Greek

  • Αικατερίνη — I Όνομα αγίων της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. 1. Α. της Μπολόνια (1413 – 1463). Γεννήθηκε στην Μπολόνια, ανατράφηκε όμως στη Φεράρα. Σε ηλικία 17 ετών μπήκε στο μοναχικό τάγμα της Αγίας Κλάρας. Το 1457 έγινε ηγουμένη της μονής του τάγματος αυτού… …   Dictionary of Greek

  • Βενετία — I (Venezia). Πόλη (275.368 κάτ. το 2000) της βορειοανατολικής Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (2.460 τ. χλμ., 815.009 κάτ.) και της διοικητικής περιοχής Βένετο (βλ. λ.), στο βορειοανατολικό γεωγραφικό διαμέρισμα. H πιο χαρακτηριστική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”